Για την Ακτινοθεραπευτική Ογκολογία, που είναι μια ραγδαία εξελισσόμενη ιατρική ειδικότητα, μίλησε ο Ακτινοθεραπευτής Ογκολόγος, συντονιστής διευθυντής Ακτινοθεραπευτικού Ογκολογικού Τμήματος Γ.Ν.Α. «Αλεξάνδρα», πρώην πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας Δρ. Γιώργος Ι.Πισσάκας, κατά την τοποθέτησή του στο διαδικτυακό συνέδριο Cancer Week.
«Αποτελεί έναν από τους 3 βασικούς θεραπευτικούς πυλώνες στην μάχη κατά του καρκίνου. Συνδέεται στενότατα με τις εξελίξεις στον χώρο των αντινεοπλασματικών φαρμάκων και της τεχνολογίας», είπε αναφερόμενος στην Ακτινοθεραπευτική Ογκολογία ο κ. Πισσάκας.
Σύμφωνα με τον ίδιο: «Είναι εξαιρετικά σημαντικό η ακτινοθεραπεία να γίνεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αλλά και την κατάλληλη χρονική στιγμή.
Όμως η πανδημία δημιούργησε μια εντελώς νέα συνθήκη για όλες τις ιατρικές ειδικότητες αφού όλη η προσοχή επικεντρώθηκε στην αντιμετώπιση των ασθενών με Covid-19 και φυσικά αυτό δεν θα άφηνε στο απυρόβλητο την Ακτινοθεραπευτική Ογκολογία.
Όμως μια τέτοια συνθήκη μπορεί να γίνει εξαιρετικά επικίνδυνη για την ζωή των ασθενών με καρκίνο αφού μπορεί να προκαλέσει καθυστερήσεις τόσο στην όσο το δυνατόν πιο έγκαιρη διάγνωση όσο και στην θεραπεία.
Φοβάμαι ότι μετά από λίγο χρονικό διάστημα θα βρεθούμε αντιμέτωποι με τις συνέπειες αυτής της πραγματικότητας. Άνθρωποι που θα μπορούσαν να είχαν μια εύκολη πορεία να πρέπει να αγωνιστούν με πολύ πιο δύσκολες συνθήκες και με πολύ πιο αβέβαιο αποτέλεσμα.
Αν πάρουμε ως παράδειγμα τον καρκίνο του πνεύμονα η πολύ έγκαιρη διάγνωση οδηγεί το μεγαλύτερο μέρος των ασθενών σε ίαση μόνο με ένα χειρουργείο ή μόνο με την ακτινοθεραπεία χωρίς να χρειαστεί καν χημειοθεραπεία ή ανοσοθεραπεία. Αυτό σημαίνει ότι με την ελάχιστη ταλαιπωρία ξανακερδίζεις την ζωή σου.
Όσον αφορά τώρα στην Ακτινοθεραπευτική Ογκολογία αυτή την περίοδο το αισιόδοξο είναι ότι κατόρθωσε να κρατηθεί σχεδόν αλώβητη.
Και πως επετεύχθη αυτό;
Πρώτα από όλα υπήρξε πολιτική βούληση ούτως ώστε να μην επηρεαστεί καθόλου η λειτουργία των ακτινοθεραπευτικών μηχανήματων αφού η αρχική απόφαση για μείωση των ωρών λειτουργίας των ακτινοθεραπευτικών τμημάτων αναιρέθηκε αμέσως μετά από συνεννόηση με τον τότε αν. υπουργό τον κ. Κοντοζαμάνη.
Έτσι οι ακτινοθεραπείες συνεχίστηκαν κανονικά όλο αυτό το διάστημα.
Εμείς ως Ελληνική Εταιρεία Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας σε πλήρη αρμονία με τις υποδείξεις της ανάλογης Ευρωπαϊκής Εταιρείας στείλαμε σε όλα τα μέλη μας προτάσεις για τους τρόπους αντιμετώπισης της ιδιαίτερης αυτής συνθήκης.
Πρώτα απ’ όλα κανένας ασθενής που ήταν υπό θεραπεία δεν θα σταματούσε τις θεραπείες του.
Δεύτερον: ασθενείς με όγκους χαμηλής επιθετικότητας όπως πχ ασθενείς με καρκίνο προστάτου υπό ορμονοθεραπεία θα μπορούσαν να καθυστερήσουν την έναρξη της ακτινοθεραπείας τους αφού αποδεδειγμένα αυτό δεν έχει καμία επίπτωση στην πορεία της νόσου τους.
Κανένας όμως ασθενής με πιο επιθετικό νεόπλασμα δεν θα έπρεπε για κανένα λόγο να καθυστερήσει.
Τρίτον: Όπου ήταν ιατρικά αποδεκτό να εφαρμόζονται πιο γρήγορα σχήματα ακτινοθεραπείας με υψηλότερη ημερήσια δόση. Αυτό ήταν πλέον εφικτό και για τα Δημόσια Νοσοκομεία, χάρη στα πολύ σύγχρονα μηχανήματα με τα οποία εξοπλίστηκαν το τελευταίο διάστημα.
Είναι πια γνωστό ότι την τελευταία 5ετία έγινε μία κοσμογονία στην Δημόσια Ακτινοθεραπεία χάρη βέβαια σε δωρεές (με κυρίαρχη την δωρεά από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος).
Έτσι σε ελάχιστο χρονικό διάστημα ο Δημόσιος Τομέας βρέθηκε με τα 2/3 του εξοπλισμού του να είναι τελευταίας τεχνολογίας και όλα τα δημόσια νοσοκομεία να έχουν την δυνατότητα να εφαρμόζουν τις πιο σύγχρονες τεχνικές ακτινοθεραπείας.
Τι προσέφερε αυτή η αλλαγή; Πιο ποιοτική ακτινοθεραπεία που μεταφράζεται σε περισσότερη και καλύτερη ζωή για τον ασθενή.
Και κάτι ακόμη καλύτερο στους δύσκολους χρόνους της πανδημίας.
Μετά από αγώνες χρόνων επιτέλους βγήκε η κοινή υπουργική απόφαση που μας επέτρεψε να προχωρήσουμε στην ολοήμερη λειτουργία των ακτινοθεραπευτικών τμημάτων στα δημόσια νοσοκομεία.
Θα πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι η ολοήμερη λειτουργία σημαίνει μηδενική οικονομική, συμμετοχή του ασθενούς. Είναι ακριβώς οι ίδιες συνθήκες με την πρωινή λειτουργία των ακτινοθεραπευτικών απλώς το νοσοκομείο αποζημιώνει την υπερωριακή εργασία του προσωπικού.
Μέχρι πρότινος ο νόμος που υπήρχε ήταν καθαρά ιατροκεντρικός. Καθόριζε τους όρους για τους γιατρούς και για το υπόλοιπο προσωπικό άφηνε κάθε διοίκηση να καθορίσει, αν και εφόσον ήθελε, την αποζημίωση τους.
Η ακτινοθεραπεία για την εφαρμογή της χρειάζεται την άριστη συνεργασία γιατρού ,φυσικού ιατρικής, τεχνολόγου, νοσηλευτικού προσωπικού. Αν όλοι δεν λειτουργούν με απόλυτη αρμονία δεν μπορείς να επιτύχεις το άριστο αποτέλεσμα.
Έτσι λοιπόν ο νέος νόμος καθόρισε τους όρους ξεκάθαρα για κάθε κατηγορία. Είναι αλήθεια ότι αν σε μία ομάδα κάποιοι νοιώθουν ότι αδικούνται και ακόμη χειρότερα ότι κάποιοι άλλοι κερδίζουν από την δική τους δουλειά είναι αδύνατον να επιτευχθεί το ιδανικό αποτέλεσμα.
Όλοι πρέπει να νοιώθουν ότι εκτιμάται αυτό που προσφέρουν και αποζημιώνονται δίκαια. Γιατί τίποτα δεν μπορεί να λειτουργήσει για πολύ καιρό όταν δεν είναι δίκαιο. Και ο καινούργιος νόμος είναι σε αυτό το πνεύμα.
Όλα αυτά συνετέλεσαν στο να μην μειωθεί ο αριθμός των ασθενών που υποβλήθηκαν σε ακτινοθεραπεία το 2020 και να παραμείνει στα επίπεδα του 2019 όπως σαφέστατα φάνηκε και σε μελέτη του Πανεπιστημίου Πειραιώς (Εργαστήριο Οικονομικών και Διοίκησης της Υγείας ) υπό τον
καθηγητή κ. Βοζίκη για λογαριασμό της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου (ΕΛΛ.Ο.Κ.)
Η εκπόνηση της μελέτης ανατέθηκε σε υλοποίηση των αποφάσεων της 5ης Συνάντησης της Διοικούσας Επιτροπής της All.Can Greece της 3ης Νοεμβρίου 2020.
Βέβαια για την πλήρη αξιοποίηση της ολοήμερης λειτουργίας θα χρειαστούν και προσλήψεις. Θεωρώ ότι κάθε νοσοκομείο μετά την εφαρμογή αυτής της κοινής υπουργικής πρέπει να καθορίσει πόσες επιπλέον ώρες μπορεί να καλύψει και να ζητήσει το προσωπικό που είναι απαραίτητο .
Αυτή την στιγμή πάντως με το προσωπικό που υπάρχει όλα τα Ακτινοθεραπευτικά Τμήματα έχουν παρατείνει την λειτουργία τους κατά περίπου 4 ώρες μέσο όρο.
Όμως εξίσου σημαντικό ζητούμενο με την ποιότητα είναι η δυνατότητα η ακτινοθεραπεία να γίνεται την σωστή χρονική στιγμή χωρίς καθυστερήσεις.
Θα πρέπει να διευκρινίσω ότι η σωστή χρονική στιγμή είναι διαφορετική για κάθε περίπτωση. Άλλες φορές έχουμε περιθώριο και μηνών αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις που η θεραπεία πρέπει να αρχίσει αμέσως. Και εδώ είναι το μεγάλο πρόβλημα. Ο σχετικά μικρός αριθμός μηχανημάτων στο Δημόσιο δημιουργεί τις γνωστές λίστες αναμονής
Αυτό ήταν σε γνώση του ΕΟΠΥΥ και επειδή το 2012 ο νεογέννητος οργανισμός είχε την τύχη να έχει Διευθυντή Σχεδιασμού έναν άνθρωπο που μπορούσε να ακούσει και να καταλάβει, έκανε συμβάσεις με τα Ιδιωτικά ανοίγοντας την δυνατότητα στους ασθενείς με μηδενικό ή πολύ μικρό κόστος να μπορούν να κάνουν και στα Ιδιωτικά την θεραπεία τους.
Έτσι δόθηκε μια τεράστια ανάσα αφού στην Αττική αυτή την στιγμή υπάρχουν 20 ακτινοθεραπευτικά μηχανήματα στον Ιδιωτικό τομέα και μόνον 14 στον Δημόσιο.
Και ενώ αυτό τότε άρχισε να λειτουργεί εξαιρετικά, σιγά σιγά άρχισαν οι έξτρα χρεώσεις, φυσικά από την τσέπη του ασθενούς. Και το Κράτος άρχισε να κάνει τα στραβά μάτια και οι χρεώσεις έφτασαν και μέχρι τις 5 χιλιάδες ευρώ για μία θεραπεία που ο ασθενής με βάση τον νόμο δεν έπρεπε να πληρώσει ούτε ένα ευρώ.
Είναι ξεκάθαρο ο ασθενής δεν πάει στα Ιδιωτικά για την πολυτέλεια (που μεταξύ μας αυτή την στιγμή τα Δημόσια είναι το ίδιο ή και πιο πολυτελή από τα Ιδιωτικά). Πάει γιατί δεν βρίσκει θέση στα Δημόσια.
Υπάρχουν άπειρες αναφορές και καταγγελίες όπως υπάρχουν και άπειρες διαμαρτυρίες από τους συλλόγους των καρκινοπαθών.
Τον Απρίλιο του 2020 ο Πρύτανης του ΕΚΠΑ και όλοι οι Πρόεδροι των Ογκολογικών Επιστημονικών Εταιρειών μαζί με Ελληνική Ομοσπονδία Καρκίνου έστειλαν επιστολή στους Υπουργούς Υγείας χαρακτηρίζοντας παράνομο αυτό που γίνεται στην Ακτινοθεραπεία σε βάρος των ασθενών. Και όμως έχει περάσει πάνω από ενάμισης χρόνος και όλοι αυτοί απαξιώθηκαν μη λαμβάνοντας καμιά απάντηση!
Εδώ η πολιτική βούληση, βούλιαξε στα θολά νερά κάποιων οικονομικών συμφερόντων μαζί με τους νόμους για την Ακτινοθεραπεία που το ίδιο το Κράτος νομοθέτησε.
Ο κόσμος πέρασε την οικονομική κρίση και σαν να μην έφτανε αυτό τώρα περνά την κρίση της πανδημίας.
Κάποιος θα πρέπει να σκεφτεί αυτόν που μέσα σε όλα αυτά αγωνίζεται για την ζωή του δίνοντας την μάχη με τον καρκίνο..
Ας κλείσει δυο λεπτά τα μάτια του και ας μπει στην θέση αυτού που δεν έχει οικονομική δυνατότητα και βρίσκει κλειστές τις πόρτες και αν δεν συγκλονιστεί τότε φοβάμαι ότι δεν υπάρχει ελπίδα.
Κάθε απώλεια ζωής είναι οδυνηρή αλλά είναι πολύ πιο οδυνηρή αν συνοδεύεται από το βάρος της χαμένης ευκαιρίας ίασης λόγω της κρατικής αδιαφορίας».